Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2013

Ο Νεκρός Ιππόλυτος

της Φαίδρας Αλεβίζου
 
Επειδή μ' αρνήθηκες 
κι η εκδίκηση ήταν 
η μόνη μου λύση
Επειδή τη σκέψη μου 
ακόμη κυριαρχούσες
Επειδή ήθελα ποτέ ξανά 
κ α μ ι ά να μην αγγίξεις 
Επειδή δεν ήθελα ποτέ 
να με ξεχάσεις κι 
επειδή ήξερα πως η 
θύμησή σου πάντα θα με πονούσε
Κι έτσι τώρα νεκρός και όμορφος
μακριά μου, μα κοντά μου 
γιατί και 'γω νεκρή είμαι μέσα
Και τώρα κλαίω, μα κιόλας χαίρομαι 
γιατί ποτέ δεν θα με ξεχάσεις 
και ποτέ ξανά κ α μ ι ά δεν θ' αγγίξεις. 
Και ξέρω πως η απουσία σου
βαθιά θα με πονάει 
και μόνο εγώ θα ξέρω 
πως μαρτύρησα κοντά να σ'έχω
μακριά μου όμως να 'σαι.
Κι ας κλαίω κι ας πονάω 
Τώρα είσαι μακριά, μα πάντα διπλά μου
Νεκρός να με συντροφεύεις.


Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2013

Κομπάρσοι



 της Μαρίνας Αποστόλου


Κομπάρσοι αντί για πρωταγωνιστές
Παλιάτσοι αντί βασιλιάδες
Αγέλαστοι, κατάκοποι βιοπαλαιστές
Κόσμος σε απρόσωπες ομάδες

Ηδονοβλεπτικά χαζεύουμε  τη ζωή απ’ το παρασκήνιο
Κοστούμια, φώτα και χειροκροτήματα
Ζηλεύουμε τη δράση στο προσκήνιο
Μούτες, τραγούδια και επιφωνήματα

Κομπάρσοι, κανείς δε θα τους θυμάται
Ασήμαντοι ηθοποιοί, ο χρόνος λίγος
Κάθε κομπάρσος μ’ ένα όνειρο κοιμάται
Της φωνής του μια μέρα βροντερά να ακουστεί ο ήχος

Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2013

"Ή αυτή ή τίποτα" - απόσπασμα

απόσπασμα από το βιβλίο της Βίκυς Γεωργοπούλου



....Μετά τη «Γιορτή τον Καραβιών» ο Κωσταντής δεν μπόρεσε να βγάλει τη Νόνη από το μυαλό του, ούτε να σβήσει τη λαχτάρα του για αυτήν. Ένιωθε τόσο αναστατωμένος που δεν μπορούσε να ησυχάσει ούτε στον ύπνο του. Τη μέρα, κάνοντας με ενθουσιασμό μεγαλεπήβολα σχέδια πάνω στη δουλειά του, άφηνε το νου του να ταξιδεύει μακριά. Τη νύχτα ανήσυχα την ονειρευόταν και βρισκόταν μαζί της. Αν και μεγαλύτερός της σε ηλικία και ώριμος, πιστεύοντας πως γνώριζε καλά τον εαυτό του, δήλωνε αδυναμία, όπως όλοι οι άντρες μπροστά σε μια γυναίκα που τους κεντρίζει το ενδιαφέρον, χωρίς να ξεκαθαρίζει μέσα του αν τον τραβούσαν πάνω της πέρα από την ομορφιά της, η δυνατή προσωπικότητα ή οι προκλητικοί της τρόποι. «Αυτά δεν εξηγούνται» σιγομουρμούριζε χωρίς να μπορεί να δώσει απαντήσεις.
Μια μέρα διασταυρώθηκαν οι δυο τους, έξω από το μικρό δάσος που έζωνε το σπίτι της. Ο Κωσταντής έκανε κύκλους με τη μοτοσικλέτα του σαν νεαρούλης, παριστάνοντας τον περαστικό και τον αδιάφορο. Της έστελνε απανωτά θετικά κύματα με τις σκέψεις του, μια θεωρία που είχε διαβάσει πρόσφατα κι ασπάζονταν πολλοί σοβαροί άνθρωποι, ελπίζοντας ότι η Νόνη θα τα λάμβανε και κάτι θα την έφερνε ξαφνικά μπροστά του για να τη ξανασυναντήσει.
Τελικά, τη συνάντησε κάποια ώρα, που η Νόνη ξεσηκωμένη από το ένστικτό της, ετοιμαζόταν να κατέβει στο λιμάνι. Με την αντίκα της ξεσκέπαστη, το κεφάλι ψηλά σαν γυναίκα του κόσμου και ένα τεράστιο καπέλο από οργάντζα και δαντέλα γκιπούρ, για να μην την κάψει ο ήλιος στο τέλος του Μάη. Τον αντάμωσε κάπου, τάχα τυχαία, μέσα στο ανώνυμο πλήθος, και από τότε δεν ξαναχώρισαν....